Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2010

peace in our lives

....

"Ταξίδεψα μάλιστα.
Πήγα κι από εδώ,πήγα και από εκεί...
Παντού έτοιμος να γεράσει ο κόσμος.
Έχασα κι από εδώ,έχασα κι από κεί.
Κι από την προσοχή μου μέσα έχασα
κι από την απροσεξία μου.
Πήγα και στη θάλασσα.
Μου οφειλόταν ένα πλάτος.Πές πως το πήρα.
Φοβήθηκα τη μοναξιά
και φαντάστηκα ανθρώπους.
Τους είδα να πέφτουν
από το χέρι μιας ήσυχης σκόνης,
που διέτρεχε μιάν ηλιαχτίδα
κι άλλους από τον ήχο μιας καμπάνας ελάχιστης.
Και ηχήθηκα σε κωδωνοκρουσίες
ορθόδοξης ερημιάς.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη."

...

Κ.Δ

Παρασκευή 19 Νοεμβρίου 2010

κι είναι μακρύ το ταξίδι




"Όταν ξημερώνει στο θεό λέω καληνύχτα
κι όταν ξαπλώνω φοβάμαι πως θα πέσω"

Τετάρτη 17 Νοεμβρίου 2010

μείνε για όποιο λόγο δεν έχεις

Έλουσα τα μαλλιά μου κι έκοψα τα νύχια μου. Έμαθα καινούργια πράγματα στον μικρό καλλιτέχνη, αγόρασα 2 βιβλία που ποτέ δε θα διαβάσω, προσπάθησα να σκοτώσω για τρίτη φορά τη συναισθηματική μου καφρίλα, να της κόψω τα πόδια να μην έρχεται έτσι ατσούμπαλα και σου βάζει τρικλοποδιές, έφαγα μια μπαγιάτικη τυρόπιτα , μέτρησα δεκαεφτά μισοσβησμένες γόπες ανίκανες για οποιαδήποτε έκρηξη, κοίταξα μέσα σου και φοβήθηκα σαν τις αλλοδαπές πουτάνες όταν περνάνε τα σύνορα νύχτα στα κρυφά μα δεν στο'πα, περπάτησα οικειοθελώς έγκλειστη σε αστικά τοπία μιας πόλης που ρουφάει λαίμαργα κάθε στήριγμα, Σύνταγμα, Μοναστηράκι, Ψυρρή, όλα όσα τόσα χρόνια είπαμε ύπουλα με βρήκανε, και μαζί με τη λιγοστή γνώση που έχω για όσα σε πληγώνουν έπαιξαν ψυχαναγκαστικά σ’ επανάληψη τα τρία πρώτα τους δευτερόλεπτα χίλιες φορές, τι θα πει έκλεισε ένας κύκλος; Όντως όλα όσα συμβαίνουν μόνο σε κύκλους χωράνε; Τι γίνεται με τον χώρο που περικλείει αυτός ο κύκλος, με όλα όσα βρίσκονται εκεί, με το μέσα του; Χάνεται; Αδειάζει; Βιτρίνα – ζωή, ένα μηδέν ; Μείνε, για όποιο λόγο δεν έχεις και για όποιο λόγο δεν μπορείς. Θα ταίζω με τα σώψυχά μου τις γάτες. Να, θες κι εσύ λίγο; Ένα κομματάκι μωρέ. Ένα τόσο δα. Τι είναι ένα κομματάκι μπροστά σε ολόκληρο φαγοπότι;

[χνούδι]

Τετάρτη 3 Νοεμβρίου 2010

goodmorning with a lullaby



Σὰ νὰ μὴν ὑπήρξαμε ποτὲ
κι ὅμως πονέσαμε ἀπ᾿ τὰ βάθη.
Οὔτε ποὺ μᾶς δόθηκε μία ἐξήγηση
γιὰ τὸ ἄρωμα τῶν λουλουδιῶν τουλάχιστον.
Ἡ ἄλλη μισή μας ἡλικία θὰ περάσει
χαρτοπαίζοντας μὲ τὸ θάνατο στὰ ψέματα.
Καὶ λέγαμε πὼς δὲν ἔχει καιρὸ ἡ ἀγάπη
νὰ φανερωθεῖ ὁλόκληρη.
Μία μουσικὴ
ἄξια τῶν συγκινήσεών μας
δὲν ἀκούσαμε.
Βρεθήκαμε σ᾿ ἕνα διάλειμμα τοῦ κόσμου
ὁ σώζων ἑαυτὸν σωθήτω.
Θὰ σωθοῦμε ἀπὸ μία γλυκύτητα
στεφανωμένη μὲ ἀγκάθια.
Χαίρετε ἄνθη σιωπηλὰ
μὲ τῶν καλύκων τὴν περισυλλογὴ
ὁ τρόμος ἐκλεπτύνεται στὴν καρδιά σας.
Ἐνδότερα ὁ Κύριος λειτουργεῖ
ἐνδότερα ὑπάρχουμε μαζί σας.
Δὲν ἔχει ἡ ἁπαλὴ ψυχὴ βραχώδη πάθη
καὶ πάντα λέει τὸ τραγούδι τῆς ὑπομονῆς.
Ὢ θὰ γυρίσουμε στὴν ὀμορφιὰ μία μέρα…
Μὲ τὴ θυσία τοῦ γύρω φαινομένου
θὰ ἀνακαταλάβει, ἡ ψυχὴ τὴ μοναξιά της.


Νίκος Καροῦζος

βζιιουιιουνν

Αυτή τη νύχτα δεν κοιμάμαι βγάζω από πάνω μου τα άδεια δωμάτια, κρεμάω στη φαρμακαποθήκη τα φιλιά, δεν θα’ χω στόμα μονάχα ένα φωτάκι δίχως ήχους και θορύβους. Όταν θα ‘ρθεις θα σφυρίξει εκκωφαντικά, θ’ ανοίξει η φορμόλη τα φιλιά και τα χείλη, θα βάλεις όποιες λέξεις θέλεις στη θέση της γλώσσας, θα καταπιώ εκείνες που σε πονάνε και θ’ απλώσω το ‘’ε’’ της εξημέρωσης στα καινούρια σεντόνια. Θα σου δείξω πως πεθαίνει μια ανάσα και πως ανασταίνεται ουρλιάζοντας. Θα ρουφήξω όλη τη τρικυμία από το λακκάκι του λαιμού σου, θα ξεκλειδώσω έναν – έναν τους σπονδύλους σου για να χωρέσει εκεί όλο το ‘’ω’’ των οκτακοσίων χιλιάδων αριθμών. Κι όταν μεταμορφωθείς σε εισιτήριο απεριόριστης διαδρομής θ’ ανοίξω το παράθυρο με τις πολυσύλλαβες λέξεις, εκείνες που δεν μας αντέχουν γιατί θα μυρίζουμε αλήθειες. Τότε θα γίνουμε αερόστατα, δίχως υποσχέσεις, λόγια, σώματα φοβισμένα, στάσεις, φανάρια, στροφές, ανηφόρες, λίγα λεπτά, αναμονές. Θα κρατάμε μια τεράστια ομπρέλα και θα φοράμε ένα τεράστιο κασκόλ μαζί. Μόνο να χωράμε στη ταχύτητα.

Βζιιουιιουνν


Ελένη Νανοπούλου

Τρίτη 2 Νοεμβρίου 2010

αντίο

Κάποτε μια νύχτα θ΄ ανοίξω τα μεγάλα κλειδιά των τρένων
για να περάσουν οι παλιές μέρες
οι κλειδούχοι θα ΄χουν πεθάνει, στις ράγιες θα φυτρώνουν μαργαρίτες απ΄τα παιδικά μας πρωινά
κανείς δεν έμαθε ποτέ πως έζησα, κουρασμένος από τους τόσους χειμώνες
τόσα τρένα που δεν σταμάτησαν πουθενά, τόσα λόγια που δεν ειπώθηκαν,
οι σάλπιγγες βράχνιασαν, τις θάψαμε στο χιόνι
που είμαι; γιατί δεν παίρνω απάντηση στα γράμματά μου;
κι αν νικηθήκαμε δεν ήταν απ΄ την τύχη ή τις αντιξοότητες, αλλά
από αυτό το πάθος μας για κάτι πιο μακρινό
κι ο αγέρας που κλείνει απότομα τις πόρτες και μένουμε πάντοτε έξω
όπως απόψε σε τούτο το ερημικό τοπίο που παίζω την τυφλόμυγα με
τους νεκρούς μου φίλους.
Όλα τελειώνουν κάποτε. Λοιπόν, αντίο! Τα πιο ωραία ποιήματα
δεν θα γραφτούν ποτέ….

Τάσος Λειβαδίτης

Δευτέρα 1 Νοεμβρίου 2010

batida de coco




Batida, batida, batida
batida de coco
εγώ την καρδιά μου δεν τη δανείζω με τόκο
κι όταν πίσω την παίρνω στο κακό της το χάλι
λέω πάντα χαλάλι και batida de coco

Τα σπασίματα δεν τα φοβάμαι
έχω μάθει να τα κλείνω με στόκο
και τα λόγια της Φρίντας θυμάμαι
όταν πίνω batida de coco

Batida, batida, batida
batida de coco
εγώ την καρδιά μου δεν τη δανείζω με τόκο
κι όταν πίσω την παίρνω στο κακό της το χάλι
λέω πάντα χαλάλι και batida de coco

Κι αν με άφησες φέτο batida
και μου τά'κανες σάλτσα de coco
όπως έλεγε πέρσι κι η Φρίντα
τί να γίνει, batida de coco

Batida, batida, batida de coco
εγώ την καρδιά μου δεν τη δανείζω με τόκο
κι όταν πίσω την παίρνω στο κακό της το χάλι
λέω πάντα χαλάλι και batida de coco...


---

ραντεβού στην σταυρούπολη

γράμμα


Ο ταχυδρόμος,
σέρνοντας στα βήματά του την ελπίδα μου
μου φερε και σήμερα ένα φάκελο
με τη σιωπή σου.
Το όνομά μου γραμμένο απ' έξω με λήθη.
Η διεύθυνσή μου ένας ανύπαρκτος δρόμος.
Όμως ο ταχυδρόμος
τον βρήκε αποσυρμένο στη μορφή μου,
κοιτώντας τα παράθυρα που έσκυβαν μαζί μου,
διαβάζοντας τα χέρια μου
που έπλαθαν κιόλας μιαν απάντηση.
Θα τον ανοίξω με την καρτερία μου
και θα ξεσηκώσω με τη μελαγχολία μου
τ' άγραφά σου.
Κι αύριο θα σου απαντήσω
στέλνοντάς σου μια φωτογραφία μου.
Στο πέτο θα έχω σπασμένα τριφύλλια,
στο στήθος σκαμμένο
το μενταγιόν της συντριβής.
Και στ' αυτιά μου θα κρεμάσω-συλλογίσου-
τη σιωπή σου.


Κική Δημουλά


χάρτινα

Αυτά που χάθηκαν
αυτά που δεν ήρθαν
μην τα κλαις.

Αυτά που τα ‘χες
και δεν τα ‘δωσες
κλάφ' τα.



Γιάννης Ρίτσος

βράδιασε πια


Ω φόβος κι αναγάλλια του τέλους, - να τέλειωναν όλα

κ’ εσύ κ’ εγώ κ’ η διαφορά μας. Τι ανόητα αισθήματα, θε μου,

τόσο υπερτροφικά, - κι ούτε που μας αφήνουν

έναν ελάχιστο ελεύθερο χώρο δικό μας, να κάνουμε ένα βήμα

έστω και προς το θάνατό μας. Τι ηλίθια ιστορία, ξένη, ξένη.

 

Τι φταίμε, αλήθεια, για όλα τούτα; Ποιος τα θέλησε έτσι;

Όχι, πάντως, εμείς. Ανυπόφορες, θε μου, κ' οι νύχτες κ' οι μέρες. Το

πρωί,

μόλις ξυπνήσουμε (πιο κουρασμένοι απ’ όσο πριν απ’ τον ύπνο) η πρώτη

κίνησή μας,

πριν ακόμη πλυθούμε, πριν πιούμε τον καφέ μας, ν’ απλώσουμε το χέρι

να πάρουμε απ' το κομοδίνο το στεγνό μας προσωπείο

να το εφαρμόσουμε σαν ένοχοι στο πρόσωπό μας

άλλοτε με αλευρόκολλα ή ψαρόκολλα, άλλοτε

με τη γλοιώδη εκείνη κόλλα που κολλούν τα πετσιά οι τσαγκαράδες.

Κι όλη μέρα

να νιώθεις την κόλλα να ξεραίνεται, να ξεκολλάει

κομμάτια-κομμάτια απ’ το δέρμα σου, να μη σε αγγίζει κατευθείαν

το φως, ο αέρας, το νερό, ένα χέρι ή το δικό σου χέρι, κι από πάνω

να χεις το φόβο μήπως ξεκολλήσει ολόκληρο το προσωπείο

από μια αθέλητη σύσπαση χαμόγελου, μην πέσει

μέσα στο πιάτο σου με το κοκκινιστό κοτόπουλο, ακριβώς την ώρα

που λες «καθόλου δεν πεινώ», μη και φανεί

ολόγυμνη η άγριά σου πείνα, η αστείρευτη πείνα.


Γιάννης Ρίτσος

Φαίδρα